Ένας δερματολογικός όγκος (νεόπλασμα) μπορεί να οριστεί σαν ένας περιγεγραμμένος σχηματισμός, μη φλεγμονώδης, που έχει την τάση να μεγαλώνει ή να επιμένει χωρίς χρονικό περιορισμό και που βιολογικά είναι ανεξάρτητος από τους ιστούς πάνω στους οποίους αναπτύσσεται.Ο καρκίνος του δέρματος έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα και ένα εξίσου σοβαρό μειονέκτημα, όσον αφορά την έγκαιρη διάγνωση και τη πρώιμη αντιμετώπιση: το πλεονέκτημα είναι ότι φαίνεται συνήθως εύκολα και αναγνωρίζεται από τον ασθενή ή τους οικείους του, οπότε μπορεί να προσέλθουν γρήγορα στον ειδικό γιατρό. Το μειονέκτημα είναι οτι γενικά δεν δίνει θορυβώδη ενοχλήματα όπως αιμορραγία και πόνο, τουλαχιστον στα αρχικά στάδια, συμπτώματα που κατά κανόνα οδηγούν στο γιατρό. Για αυτό και πολλοί ασθενείς ιδιαίτερα ηλικιωμένοι αργούν υπερβολικά να ζητήσουν τη βοήθεια του ειδικού και όταν το αποφασίσουν ο όγκος έχει προχωρήσει.Οι καλοήθεις όγκοι συνήθως έχουν μικρότερες διαστάσεις, μεγαλώνουν πιο αργά, δεν καταστρέφουν τις ανατομικές δομές της περιοχής όπου αναπτύσσονται και οι περιστασιακές επιπλοκές τους οφείλονται μάλλον σε φαινόμενα μηχανικής πίεσης των γύρω ιστών παρά σε διήθηση και καταστροφή τους.
Οι κακοήθεις όγκοι από την άλλη συνήθως έχουν μεγαλύτερες διαστάσεις, μεγαλώνουν γρηγορότερα και καταστρέφουν τις γειτονικές ανατομικές δομές, ενώ έχουν την τάση να δίνουν μεταστάσεις σε απομακρυσμένα όργανα.
Παρά το γεγονός ότι τα παραπάνω χαρακτηριστικά ισχύουν για όλες τις περιπτώσεις, μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με το είδος του όγκου. Έτσι για παράδειγμα το βασικοκυτταρικό επιθηλίωμα δεν δίνει μεταστάσεις, μεγαλώνει πολύ αργά και εντούτοις είναι κακόηθες νεόπλασμα.
Επίσης υπάρχουν δερματικές βλάβες που κατατάσσονται ως προκαρκινικές, με την έννοια οτι εξελλίσονται σε κακοήθεις νεοπλασίες με συχνότητα μεγαλύτερη από ότι το φυσιολογικό δέρμα, οπότε δεν είναι συμπτωματικό γεγονός.